AULŪS ~ ΟΛΟΥΣ
Aulūs ή Ολούς ήταν η αρχαία πόλη της Μινωικής Κρήτης που γνώρισε μεγάλη άνθιση και βυθίστηκε ύστερα από σεισμό ή παλιρροιακό κύμα. Είναι γνωστή και ως "η βυθισμένη πόλη" και τις μέρες χωρίς άνεμο μπορεί να δει κανείς κάτω απ' το νερό τα αρχαία ερείπια.
Πολύ συχνά έπαιρνα το ποδήλατο και πήγαινα στους μύλους, στην τωρινή Ελούντα. Το τοπίο μου θύμιζε καλοκαίρια των παιδικών μου χρόνων και - παραδόξως - μια ταινία του Ντίνου Δημόπουλου, "Τα Δελφινάκια του Αμβρακικού". Βλέπω τις Αλυκές και τα βυθισμένα τείχη, τις πέτρες που άλλοτε ήταν σπίτια και ναοί και δρόμοι. Πολλά ξεπροβάλλουν έξω απ' το νερό και μπορείς να περπατήσεις πάνω τους.
Αφήνω τα χέρια και τα ανοίγω στο πλάι σα να πετάω. Το ποδήλατο τρέχει πάνω στον καλοκαιρινό δρόμο. Ζεστός αέρας στο πρόσωπό μου. Είμαι ευτυχισμένη. Είμαι χαρούμενη. Γελάω. Τα παιδάκια με κοιτάνε και ξέρω ότι τους έχω χαρίσει μιαν ανάμνηση. Γιατί θυμόμαστε πάντα όλα τα παράξενα και μαγικά. "Μπαμπά, κοίτα! Η κοπέλα πετάει πάνω στο ποδήλατο!" Ναι, η κοπέλα πετάει. Μια στιγμή μπορεί να είναι μια ολόκληρη ζωή. Αστέρια που πέφτουν. Που πέφτουν απ' το παρελθόν. Ή απ' το μέλλον; Ο χρόνος. Μια ψευδαίσθηση. Ο αληθινός χρόνος : Όσα ζει η ψυχή. Όπου συγκινείσαι. Τίποτ' άλλο. Νόμισες πως θα ξεφύγεις. Όχι. Δουλεύεις σεζόν. Είσαι γυμνάστρια σε ξενοδοχείο. Σπαστό ωράριο. Τέρμα το διάλειμμα. Πρέπει να γυρίσεις πίσω. Το σώμα τεντώνεται. Το μυαλό στον αυτόματο. Δεν είμαι ελεύθερη. Όχι ακόμη. "Να μάθεις την ελευθερία μέσα από την πειθαρχία.", μου 'χε πει η Φρόσω, μία από τις πρώτες δασκάλες μου στο χορό. Πήγαινε.
... Και κάπου εκεί απέναντι, μετά την Κολοκύθα και τη Σπιναλόγκα, πάνω απ' τα ερείπια της αρχαίας πόλης, η θάλασσα έκανε άνοιγμα παρέα με τη γη - από κείνα τα ανοίγματα που λάτρεψε ο Barbarossa, γι'αυτό είχε και κει λημέρι. Μπαίνεις στο πειρατικό και βγαίνεις στ' ανοιχτά με επιδέξια φιδογυριστή μανούβρα του τιμονιού. Και η θάλασσα γαλάζια, κι ύστερα βαθύ μπλε κ' ύστερα μπλε ορίζοντας...
Κρήτη και Αφρική και Παλαιστίνη. Άλλη μια Τροία που καίγεται. Ως πότε;
Ως πότε η Κασσάνδρα θα βλέπει το θάνατό της, ξανά και ξανά;
Ως πότε η Εκάβη θα λυσσάει απ' τον πόνο, τον βαθύ, τον ασύλληπτο πάνω απ' τα παιδιά της;
Ως πότε ο Αστυάνακτας θα ρίχνεται ανήλεα από τα τείχη;
Ως πότε η Ωραία Ελένη θα καίγεται στην πυρά ως η αρχή του Κακού και άλλοθι του πολέμου;
Μα ακούω τις κραυγές και τους ψίθυρους μέσα στη νύχτα. Οι γιαγιάδες, οι μάνες, οι γυναίκες - εκείνες που κρατάνε βαθιά στην κυτταρική τους μνήμη την Ιστορία του Κόσμου που διηγείται το νερό στους χρισμένους της Ζωής, λένε πως το Πλήρωμα του Χρόνου πλησιάζει. Και πως ήρθε η ώρα ο Άνθρωπος να ζήσει με την Ψυχή του. Από το Μέξικο ως το Νεπάλ και το Σικίμ, στις Βόρειες Χώρες της Νοσταλγίας και τον όμορφο Νότο, έχει ξυπνήσει η αρχέγονη δύναμη - μια ρίζα που στάθηκε αδύνατο να κόψουν όλοι εκείνοι που κόπιασαν τόσο για να ξεχάσει το ανθρώπινο γένος την Αλήθεια.
Όλα όσα λέει η ψυχή σε όσους στέκονται να την ακούσουν είχαν βαλθεί να τα σιγάσουν για πάντα κάνοντας τη να φαίνεται κενή, ανύπαρκτη, ανούσια.
Το μόνο που είχε ουσία ήταν το χρήμα, η δόξα, η ύλη - φυλακή, ο άνθρωπος νάρκισσος με τα χίλια συμπλέγματα, προιόν των social και των fake news. Και πού να πας να γιατρευτείς αφού και οι ψυχίατροι είναι το ίδιο άρρωστοι; Και τα χάπια - νόμιμα ναρκωτικά - δίνουν και παίρνουν και άμα μείνεις πολύ εκεί μέσα κολλάς κ εσύ τις αρρώστιες, γι' αυτό φύγε, τρέχα, καβάλα ποδήλατο, πέσε στη θάλασσα - το νου σου, ε;
- Στο μυαλό είναι ο Στόχος.
(Κατερίνα Γώγου)
Δε βλέπω πια ειδήσεις.
Βλέπω όνειρα.
Και, Παλαιστίνη, αδερφή μου, δεν ξέρω πώς να στο πω, αλλά βλέπω την Ελπίδα.
Όσο ζω θα κουβαλάω πάντα την Ιστορία σου όπως κουβαλάω την Ιστορία της χώρας μου - την αληθινή ιστορία. Γιατί - ξέρεις - πρέπει να σκάψεις πολύ βαθιά εδώ για να δεις καθαρά, έχουν θάψει σε βυθό απύθμενο το Σώμα του Μαγιού.
Μα το δικό σου Σώμα, Παλαιστίνη, δε γίνεται να το θάψουν εκει. Δε γίνεται να το κρύψουν. Το έχουμε ράνει όλοι με δάφνες και το φυλάμε στην καρδιά μας. Και όλοι γνωρίζουμε τί έγινε εδώ, πάνω σ' αυτή τη γη και μιλάμε με το βλέμμα. Και είμαστε πολλοί, είμαστε όλοι. Πόσους ακόμα θα ξεκάνετε;
Άλκηστη
"Θάψτε με. Σπόρος είμαι. Θα ξαναφυτρώσω."
-Ντίνος Χριστιανόπουλος

"Εσύ είσαι πάλι; Δε σε σκότωσα;"
Είπα :
"Με σκότωσες. Αλλά ξέχασα, όπως κι εσύ, να πεθάνω."
- Mahmoud Darwish, "In Jerusalem"





Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου